Ο Μπετόβεν συνήθιζε να κάνει μεγάλους περιπάτους ανάμεσα στις πιο απόκληρες, στις πιο "ξεχασμένες" συνοικίες της Βιέννης. Περνώντας ένα βράδυ μπροστά από μία φτωχική πόρτα άκουσε, πίσω από αυτή, λυγμούς. Την έσπρωξε. Μπροστά σε μια άδεια κούνια μία γυναίκα ήταν γονατισμένη.
Υπάρχουν πόνοι που μπροστά τους μονάχα να σωπαίνει μπορεί κανείς. Ο Μπετόβεν δεν είπε, λοιπόν, τίποτα. Μα, μόλις αντίκρισε ένα χαλασμένο πιάνο στη γωνιά της κάμαρης κάθισε κι άρχισε να παίζει. Έπαιξε ώρα πολλή. Κι όταν άφησε τη φτωχή και πονεμένη γυναίκα τα δάκρυά της είχαν στεγνώσει...
δηλαδή αυτό το κομμάτι (αγαπημένο) είναι γραμμένο γι αυτή? ή τυχαία το έβαλες
ΑπάντησηΔιαγραφήΤυχαία η επιλογή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ιστορία του τραγουδιού αυτού είναι άλλη.
Κάποια στιγμή ίσως την γράψω...