Κάποια αφέγγαρη νύχτα

Το γκρίζο της ημέρας υποχώρησε νωχελικά. Ο Ήλιος βυθίστηκε στον αφρισμένο Ωκεανό και τα σκοτεινά πέπλα της μαύρης αρχόντισσας σκέπασαν θλιμμένα την ανήσυχη μα νυσταγμένη πλάση.

Ατενίζεις το ατέλευτο. Εσύ το πεπερασμένο, εκείνο το άπειρο. Το μυρμήγκι στην επιφάνεια του κύκλου, σύμφωνα με την απεικόνιση των θετικών επιστημών.

Η εξωτερική σου μορφή γαλήνια. Η αταραξία κρύβει τον εσωτερικό πόλεμο. Μέσα σου, πεδίο μάχης. Οι σφυριές στα μηνίγγια δίνουν ρυθμό, οι πυρηνικές συντήξεις του μυαλού βόμβες ατομικές στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι του μικρόκοσμου, η φωτιά που καίει τα σωθικά, ο καημός της καρδιάς, ο πόθος του κορμιού. Κυρίως αυτός. Κάθε σημείο του σώματος, κάθε εκατοστό της σάρκας πονά απ' την έλλειψη και φλέγεται απ' την προσμονή.

Νοιώθεις την έντονη παρόρμηση να τρέξεις. Να χαθείς μέσα στη σκουρόχρωμη ζωγραφιά. Να κρυφτείς πίσω από τα πνεύματα της νύχτας. Να γίνεις ένα με την σκοτεινή φύση. Τάσεις φυγής. Μα κάτι σε κρατά ριζωμένο, ακίνητο. Σε κρατά έντονα. Παλεύεις να περπατήσεις δίχως να κουνήσεις τα πόδια. Προσπαθείς να τρέξεις χωρίς να χρειαστεί να φύγεις.

Ένα ακίνητο κινούν. Ο στίχος του Σεφέρη*, η φούγκα** του Μπαχ. Το φυγόκεντρο της ύπαρξης, η κεντρομόλος δύναμη του έρωτα. Τα φτερά της στέρησης, η ρίζα της αναμονής. Η φωτεινή κυρά, η φεγγαρόλουστη Σελήνη, αρνείται τις επικλήσεις σου για συμπαράσταση. Αμεθεξία. Κρυμμένη πίσω απ' τα οργισμένα σύννεφα η λευκοθεά είτε αδυνατεί, είτε αδιαφορεί. Οι δυνάμεις της έχουν εξασθενίσει, η επιρροή της έχει μειωθεί.

Ατενίζεις μελαγχολικά. Κοιτάζεις ψηλά. Η βροχή δυναμώνει. Το ίδιο και οι σφυριές στο κεφάλι. Ο ρυθμός όλο και πιο επίπονος. Η ένταση αγγίζει τα λεπτά όρια της τρέλας. Οι παλμοί αυξάνονται, η ανάσα βαραίνει. Δίχως να το συνειδητοποιήσεις ακολουθείς τον σκοπό. Αφήνεσαι, σχεδόν τελετουργικά, στον πανάρχαιο πυρρίχιο χορό. Εκείνο τον χορό που οικονομεί το παρελθόν, οικοδομεί το μέλλον κι εκτονώνει την ένταση του παρόντος.

Φάρος φωτεινός, ανδρικό αντίδοτο στη θλίψη. Χορεύεις χωρίς σταματημό. Ζαλίζεσαι. Διονυσιακή έξαψη. Οι συννεφιασμένες μαινάδες σε συντροφεύουν. Κορύφωση. Αντίστροφη μέτρηση. Το μυαλό γαληνεύει, οι σφυριές καταλαγιάζουν, η φλόγα εξασθενεί, ο πόθος εγκαταλείπει το σώμα και παραχωρεί τη θέση του στην αισθητική κατάφαση. Αποτύπωση στα κουρασμένα μέλη. Κείτεσαι σωριασμένος στο χώμα. Μούσκεμα στον ιδρώτα, μούσκεμα κι απ' την βροχή. Αποκαμωμένος.

Προσπαθείς να συνέλθεις. Ξυπνά η συνείδηση απ' τον ύπνο τον ακοίμητο. Το σαρκαστικό γέλιο του τρελού χάθηκε και το τραγούδι της νύχτας παιανίζει αργοσβήνοντας. Ο πόρος και η πενία συμπληγάδες πέτρες. Οι μυλόπετρες του έρωτα που αλέθουν το στάρι της ζωής για να παρασκευαστεί ο άρτος του θανάτου. Εσύ ξέρεις.

Άσε τους θνητούς να κοιμούνται και να ονειρεύονται. Να κοιμούνται τον αβασάνιστο ύπνο της λήθης και να ονειρεύονται τα λάγνα όνειρα του λωτού. Αδυναμία σκέψης, σπατάλη αισθημάτων, ακράτεια ενστίκτων. Ηδονιστικοί χοίροι στο παλάτι της μάγισσας Κίρκης. Μα εσύ ξέρεις. Δυστυχώς ή ευτυχώς ξέρεις... Ο τροχός του σύμπαντος συνεχίζει να κυλά απ' τον ένα σκοπό στον άλλο. Κι εκείνο το παλαιό τραγούδι αντηχεί ακόμη στα αυτιά σου. Σε συντροφεύει στον δρόμο της επιστροφής:

Το φεγγάρι βασίλεψε κιόλας στη θάλασσα
Όλα τ' αστέρια κουράστηκαν
Έρχεται η μέρα, η γκριζωπή μέρα
Αχ! θά 'θελα να πέθαινα...***

* "...μονάχα αυτός ο βαθύτερος καημός να κρατηθούμε μέσα στη φυγή." βλ. το ποίημα ΦΥΓΗ.

** Φούγκα σημαίνει φυγή και στα Γερμανικά (Fuge) αρμός. Σε ελεύθερη απόδοση χαρακτηρίζεται ως ένα μουσικό θέμα που τρέχει πίσω απ' τον εαυτό του. Πρακτικά μεταφράζεται στο ότι όλες οι φωνές τραγουδούν την ίδια μελωδία, αρχίζουν όμως ή μία μετά την άλλη με διαφορά φάσης κάποιων μέτρων.

*** Το τετράστιχο είναι ο επίλογος απ' το εξαιρετικό ποίημα του Νίτσε Η ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΒΑΡΚΑ.

1 σχόλιο:

  1. ~ * ΚΙ ΟΜΩς.......ΚΑΤΑ ΒΑΘΟς ΣΕ ΑΚΟΥΣΕ ΤΟΤΕ ......ΚΙ ΑΥΤΟ ΤΗΝ ΞΥΠΝΗΣΕ......ΑΝ ΜΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ......ΤΗΝ ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΜΟΥ..... * ~

    ΑπάντησηΔιαγραφή